Ανακοίνωση της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας

ΡΑΠΙΣΜΑ ΣΤΟΥΣ ΦΑΣΙΣΤΕΣ Η ΑΘΩΩΣΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ ΤΗΣ ΑΝΤΙΝΑΖΙΣΤΙΚΗΣ ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑΣ

ΠΑΡΑ ΤΗ... ΦΙΜΩΣΗ ΤΟΥΣ ΣΤΗ ΔΙΚΗ

Έγινε στις 6/12 η δίκη των τριών μελών της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας στο Β΄ Τριμελές Εφετείο Πλημμελημάτων Αθηνών για «διασπορά ψευδών ειδήσεων». Το κατηγορητήριο χαρακτήρισε «ψευδείς ειδήσεις» τις καταγγελίες της ΑΠ σχετικά με τις αντισημιτικές και φιλοναζιστικές τοποθετήσεις συγκεκριμένων δικαστών κατά τη διάρκεια της δίκης κατά του Κ. Πλεύρη στην οποία ήταν μάρτυρες κατηγορίας. Το δικαστήριο αθώωσε ομόφωνα και τους τρεις κατηγορούμενους, παρά την εισαγγελική πρόταση υπέρ της καταδίκης τους.
Η αθώωση αυτή ήταν αποτέλεσμα της κινητοποίησης της ΑΠ με αφισοκολλήσεις, και κυρίως με τη διεθνή καμπάνια του καλοκαιριού. Η καταγγελία της ΑΠ ότι η Ελλάδα μετατρέπεται στο πρώτο αντισημιτικό κράτος της Ευρώπης, αποκάλυψε ότι η χώρα έχει μπει σε τροχιά εκφασισμού και προκάλεσε μεγάλο ενδιαφέρον και εκδηλώσεις συμπαράστασης τόσο στο εσωτερικό όσο και σε διεθνές επίπεδο από πολίτες, αντιφασιστικές οργανώσεις, και εβραϊκές οργανώσεις όπως το Παγκόσμιο Εβραϊκό Συμβούλιο.

ΦΙΜΩΣΗ ΤΩΝ ΜΑΡΤΥΡΩΝ ΥΠΕΡΆΣΠΙΣΗΣ, ΤΩΝ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΩΝ, ΑΚΟΜΑ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΝΗΓΟΡΩΝ

Ωστόσο έγινε φανερό τόσο μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου όσο και από τη σιωπή των κοινοβουλευτικών κομμάτων και των ΜΜΕ για αυτή τη δίκη ότι συνεχίζεται το καθεστώς της κάλυψης του αντισημιτισμού που έχει γιγαντωθεί μέσα στη δικαιοσύνη. Το δικαστήριο αφαίρεσε σχολαστικά το λόγο από οποιονδήποτε παράγοντα της δίκης θέλησε να υπερασπίσει στην ουσία τους κατηγορούμενους, δηλαδή να αποδείξει 1. ότι όντως οι δικαστικοί Ματζούνης, Παγουτέλη και Λαζαράκος που είχε καταγγείλει η Αντιναζιστική στα επίδικα κείμενά της είχαν αντισημιτικές και φιλοναζιστικές θέσεις και 2. ότι δεν μπορεί παρά να υπήρχε ένα φασιστικό δίκτυο μέσα στο δικαστικό σύστημα πού μεθόδευε την αθώωση ενός αρχιναζιστή σαν τον Πλεύρη και του ίδιου του ναζισμού και κάλυπτε αυτούς τους δικαστές..
Η σταθερή τοποθέτηση του προέδρου ήταν ότι όσα αφορούν στην ουσία των τοποθετήσεων των δικαστών ή στο φασιστικό χαρακτήρα του δικτύου στο δικαστικό σύστημα είτε δεν έχουν σχέση με την υπόθεση, είτε προκύπτουν από τα έγγραφα της δικογραφίας –που ως εκείνη τη στιγμή ούτε καν είχαν δει οι δικαστές γιατί δεν υπάηρχαν στη δικογραφία - άρα μάρτυρες και κατηγορούμενοι δεν είχαν δικαίωμα να μιλάνε αποδεικτικά γι αυτά. Στην ουσία χειρίστηκαν αυτή την νομικά και πολιτικά πολύ σημαντική δίκη, γιατί αφορούσε πολύ βαριές καταγγελίες κατά δικαστών, σαν μια δίκη μικρομεσαίας ποινικής ρουτίνας.
Συνήγοροι υπεράσπισης των τριών κατηγορούμενων ήταν οι Γ. Δούδος, δικηγόρος Θεσσαλονίκης και ο Ν. Τζένος, δικηγόρος Καλαβρύτων που δέχτηκαν να υπερασπίσουν ως το τέλος τους 3 κατηγορούμενους με τόλμη, υπευθυνότητα, χωρίς πολιτικούς όρους και χωρίς δεσμεύσεις οποιουδήποτε τύπου. Η διαδικασία ξεκίνησε με την εξέταση του μοναδικού μάρτυρα κατηγορίας, που δεν ήταν άλλος από το ναζιστή Κ. Πλεύρη που ξεκίνησε την κατάθεση του λέγοντας ότι «δεν είναι ναζιστής», δήλωση που προκάλεσε γέλια στο ακροατήριο. Όταν ρωτήθηκε από την υπεράσπιση εάν είναι αλήθεια ότι οι τρεις δικαστές που αναφέρονται στις ανακοινώσεις της ΑΠ χαρακτήρισαν το βιβλίο του «επιστημονικό έργο» απάντησε ότι έτσι το χαρακτήρισαν και το Πενταμελές Εφετείο Αθηνών και η Ολομέλεια του Αρείου Πάγου! Αυτή η πετυχημένη άμυνα του ναζιστή έδειξε στην ουσία το πόσο βαθιά ο φασισμός έχει διαβρώσει την ελληνική δικαιοσύνη. Στη συνέχεια όταν οι συνήγοροι επιχείρησαν να καταδείξουν την αντίφαση της εισαγγελικής αρχής να καλεί έναν ναζιστή στο δικαστήριο για να καταθέσει υπέρ του κύρους της δικαιοσύνης, το δικαστήριο δεν τους επέτρεψε να κάνουν ερωτήσεις! Την ίδια αντιμετώπιση είχε και η κατηγορούμενη Άννα Στάη που επιχείρησε να ασκήσει το νόμιμο δικαίωμα της σαν κατηγορούμενη να κάνει ερωτήσεις στο μάρτυρα. Ο πρόεδρος της υπέδειξε αρχικά ότι θα κάνει ερωτήσεις στο μάρτυρα μέσω του δικαστηρίου και όταν το επιχείρησε τελικά δεν της το επέτρεψε! Μέσα από συνεχείς διακοπές της έδρας και χάρη στην τρομερή της επιμονή και την πίεση των συνηγόρων η Α. Στάη κατάφερε να ρωτήσει τον Πλεύρη για τη δηλωσή του στο βιβλίο του ότι είναι ναζιστής, ρατσιστής και αντισημίτης όπου αυτός απάντησε: «είμαι ότι θέλετε». Επίσης η συναγωνίστρια κατάθεσε ένα απόσπασμα από βιβλίο του Κ. Πλεύρη στο οποίο θεωρεί ουσιαστικά ακατάλληλες τις γυναίκες δικαστές, ενώ στη έδρα υπήρχαν δύο γυναίκες!
Στη συνέχεια ο πρόεδρος εξέτασε τον κατάλογο των μαρτύρων κατηγορίας που του έδωσαν οι συνήγοροι υπεράσπισης και ο οποίος είχε τέσσερα ονόματα. Δήλωσε στους συνηγόρους ότι πρέπει να επιλέξουν δύο μάρτυρες μόνο και όταν αυτοί διαμαρτυρήθηκαν έντονα τους έκανε τρεις (!!!) και είπε ότι δεν πρόκειται να επιτρέψει τέσσερις, έτσι απαγόρευσε στον τέταρτο μάρτυρα Ηλία Νάχμαν να καταθέσει. Χαρακτηριστικά στη δίκη του Πλεύρη η έδρα επέτρεψε στον μοναδικό κατηγορούμενο όσους μάρτυρες ήθελε, περίπου 10.
Πρώτος μάρτυρας υπεράσπισης εξετάστηκε ο συναγωνιστής της Α.Π Ηλίας Ζαφειρόπουλος σαν μέλος της Αντιναζιστικής ο οποίος επιχείρησε να μπει στην ουσία της υπόθεσης και να αναλύσει τις αντισημιτικές τοποθετήσεις των δικαστών. Ο πρόεδρος όμως τον διέκοψε αμέσως ότι αυτό δεν ενδιαφέρει το δικαστήριο και έδωσε το λόγο στον εισαγγελέα για ερωτήσεις. Η ερώτηση του εισαγγελέα ήταν αν υιοθετεί το περιεχόμενο των ανακοινώσεων για αντισημιτισμό στη δικαιοσύνη, για αντισημίτες δικαστές και για λειτουργία φασιστικού δικτύου μέσα στο δικαστικό σώμα ευρύτερα. Όταν ο μάρτυρας απάντησε ότι είναι έτσι χωρίς καμιά αμφιβολία αυτός του είπε οργισμένα ότι η απάντηση του καταγράφεται!!! Μετά τον ρώτησε αν οι ανακοινώσεις της Αντιναζιστικής μπορούσαν να προκαλέσουν ανησυχία. Ο σύναγωνιστής είπε ότι αυτό που προκαλεί ανησυχία στους πολίτες είναι οι πραγματικά αντισημιτικές θέσειςτων δικαστών και όχι η κριτική της Α.Π ότι είναι αντισημιτικές και ότι αντίθετα η κριτική της Α.Π προκαλεί ανακούφιση στους πολίτες. Ο εισαγγελέας είπε ότι αυτό είναι... αντιφατικό. Όταν οι συνήγοροι αποπειράθηκαν να απευθύνουν ερωτήσεις στο μάρτυρα για τις συγκεκριμένες τοποθετήσεις των δικαστών ο πρόεδρος τους διέκοψε λέγοντας ότι αυτά προκύπτουν από έγγραφα και ότι δεν θα επιτρέψει αυτές τις ερωτήσεις. Ο μάρτυρας δήλωσε τότε ότι δεν γίνεται δίκαιη δίκη και ο πρόεδρος χωρίς άλλο σχόλιο του είπε να καθήσει.
Στη συνέχεια το δικαστήριο κάλεσε τον Δημήτρη Ψαρρά, των γνωστό δημοσιογράφο του Ιού της Ελευθεροτυπίας, ο οποίος αποπειράθηκε να εκθέσει τα στοιχεία του για την Μαριάνθη Παγουτέλη. Αυτή ήταν μία από τους τρεις δικαστικούς που κατάγγειλε η ΑΠ σαν αντισημίτρια. Ήταν την προηγούμενη μέρα της δίκης που η Ελευθεροτυπία είχε δημοσιεύσει το ρεπορτάζ του Δ. Ψαρρά, το οποίο είχε δημιουργήσει πάταγο στα μπλογκ και σε μερικά ραδιόφωνα. Αυτό αποκάλυπτε ότι η Παγουτέλη είχε ένα μπλογκ γεμάτο αντισημιτικές θέσεις και ότι μέσω αυτού εκείνη ερχόταν σε επαφή με άλλους δικαστές. Τα στοιχεία αυτά αποδείκνυαν ότι η Α.Π είχε δίκιο για την Παγουτέλη και ενίσχυαν εξαιρετικά τη θέση των κατηγορουμένων ότι υπήρχε ένα φασιστικό δίκτυο μέσα στο δικαστικό σώμα. Ο πρόεδρος αμέσως διέκοψε την κατάθεση του μάρτυρα και του είπε ότι αυτά τα στοιχεία δεν αφορούν την υπόθεση!!! Μόλις που πρόλαβε να πει ο μάρτυρας ότι το ενδιαφέρον στην υπόθεση αυτή είναι ότι οι δικαστές δεν αθώωσαν τον Κ. Πλεύρη στο όνομα της ελευθερίας της έκφρασης αλλά αποδεχόμενοι την ουσία των όσων γράφει! Όταν οι συνήγοροι επιχείρησαν να του υποβάλουν ερωτήσεις σχετικά με το δίκτυο, είχαν την ίδια τύχη όπως και με τον πρώτο μάρτυρα. Τελικά ο πρόεδρος επέτρεψε μία ερώτηση από την κατηγορούμενη Ρένα Κούτελου σχετικά με την υιοθέτηση από τη Μ. Παγουτέλη του γενοκτονικού ισχυρισμού του Πλεύρη ότι «Εβραίος και άνθρωπος είναι έννοιες αντιφατικές», την οποία ο μάρτυρας σχολίασε σαν αντισημιτική.
Αφού μέσα σε λίγα λεπτά το δικαστήριο είχε υποχρεώσει πρακτικά σε σιωπή δύο μάρτυρες υπεράσπισης κάλεσε τον τρίτο και τελευταίο, τον Αβραάμ Ρεϊτάν, ο οποίος ήταν μάρτυρας κατηγορίας στη δίκη κατά του Κ. Πλεύρη εκ μέρους του ΚΙΣ (Κεντρικού ισραηλιτικού συμβουλίου). Σε αυτόν δόθηκε λίγος παραπάνω χρόνος ίσα για να καταθέσει την «πικρή» όπως την αποκάλεσε εμπειρία του από το ότι η Μ. Παγουτέλη ζήτησε σε αυτόν και σε έναν άλλο μάρτυρα κατηγορίας, επίσης εβραίο, τον Βενιαμίν Αλμπάλα να αποκηρύξουν το Ταλμούδ για να αποδείξουν ότι δεν είναι «ένοχοι» σύμφωνα με το «κατηγορητήριο» του Κ. Πλεύρη περί Ταλμούδ. Πρόσθεσε ότι σε αυτή τη δίκη, και άλλοι δικαστές έκαναν τοποθετήσεις που διαπνέονταν από αντισημιτισμό.
Μετά ήρθε η ώρα των απολογιών των κατηγορουμένων. Ακόμα κι εδώ το δικαστήριο επέβαλε συνοπτικές διαδικασίες αφαιρώντας ακόμα και αυτό το ιερό δικαίωμα των κατηγορουμένων στην ανεμπόδιστη απολογία. Όταν η πρώτη κατηγορούμενη Άννα Στάη επιχείρησε να αναλύσει τις αντισημιτικές τοποθετήσεις των δικαστών, ο πρόεδρος τη διέκοψε λέγοντας της να περιοριστεί στο κατηγορητήριο. Όταν του απάντησε ότι αυτά είναι μέσα στο κατηγορητήριο, της είπε ότι οι τοποθετήσεις των δικαστών προκύπτουν από έγγραφα. Στο βαθμό που μπόρεσε να μιλήσει, η Α. Στάη επέμεινε στο χαρακτηρισμό από τους δικαστές του βιβλίου του Πλεύρη, δηλαδή ενός εγχειρίδιου γενοκτονίας, όπως το απεκάλεσε, σαν «επιστημονικού έργου». Αναφέρθηκε στο γεγονός ότι το πειθαρχικό πόρισμα του Π. Ματζούνη για τον εισαγγελεά Σπ. Μουζακίτη (του εισαγγελέα που κάθησε τον Πλεύρη στο σκαμνί) βρέθηκε παράνομα στα χέρια του Κ. Πλεύρη σαν ένα βασικό στοιχείο της ύπαρξης δικτύου. Έδωσε έμφαση στη διαστρέβλωση των κειμένων της ΑΠ που έγινε στο κατηγορητήριο όπου συγχωνεύτηκαν δύο εντελώς διαφορετικά κείμενα μία αφίσα της 14/1/2009 και μία ανακοίνωση της 28/1/2009 για να μετατραπεί η καταγγελία της ΑΠ για φασιστικό δίκτυο στο δικαστικό σύστημα, στην χαλκευμένη κατηγορία για «φασιστικό δίκτυο στο δικαστικό σώμα στο οποίο συμμετέχουν οι Λ. Λαζαράκος, Π. Ματζούνης και Μ. Παγουτέλη». Η Α. Στάη ρωτήθηκε από τον εισαγγελέα αν ήταν συντάκτης των κειμένων και εκπρόσωπος της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας. Εκείνη απάντησε ότι δεν είχε κανένα δικαίωμα η εισαγγελία να ασκήσει δίωξη στους 3 μάρτυρες της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας στη δίκη του Πλεύρη θεωρώντας τους αυθαίρετα σαν εκπροσώπους της Α.Π επειδή ήταν μάρτυρες στην δίκη του Πλεύρη. Τόνισε ότι οι ανακοινώσεις της είναι κείμενα της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας που αποφασίζονται συλλογικά, και σαν τέτοια η ίδια τα αποδέχεται και τα υποστηρίζει μέχρι την τελευταία συλλαβή τους. Επίσης τόνισε ότι όλες οι καταγγελίες της Αντιναζιστικής Πρωτοβουλίας κατά των δικαστών σχετικά με την αθώωση του Κ. Πλεύρη έγιναν γιατί το σκεπτικό αυτής της αθώωσης αποτελεί αθώωση του ίδιου του ναζισμού και σημαίνει ότι μπορεί πλέον οποιοσδήποτε να προπαγανδίζει ότι οι Εβραίοι πρέπει να εξοντωθούν. Τέλος, ενώ ο πρόεδρος την διέκοπτε διαρκώς, η Α. Στάη κατέληξε ότι η Αντιναζιστική δεν θα αναγνωρίσει ποτέ τις αποφάσεις αυτές των ελληνικών δικαστηρίων.
Στη συνέχεια απολογήθηκε η Ρένα Κούτελου που αντιμετώπισε την ίδια απαγόρευση από την έδρα να μιλήσει για την αθωώτητά της υπερασπίζοντας τη θέση της περί του αντισημιτισμού τών δικαστών. Η Ρ. Κούτελου αναφέρθηκε στο ιστορικό της προσφυγής της ΑΠ στην εισαγγελία κατά του Πλεύρη και εξήγησε πως σε κάθε στάδιο αυτής της δίκης διαπιστωνόταν η παραβίαση κάθε αρχής δημοκρατικής νομιμότητας, και αναδεικνύονταν σωρεία αντισημιτικών τοποθετήσεων δικαστικών λειτουργών που συμμετείχαν σε αυτήν όπως οι Λ. Λαζαράκος, Π. Ματζούνης και Μ. Παγουτέλη. Αναφέρθηκε στο πως μεθοδεύονταν οι αναβολές της συζήτησης της έφεσης του Κ. Πλεύρη που έμπαινε διαρκώς τελευταία στο πινάκιο μέχρι που αναβλήθηκε ξανά και όταν έφτασε να συζητηθεί στις 14-1-2009 για έναν εντελώς προσχηματικό λόγο που ήταν η μη κοινοποίηση στον Πλεύρη του σκεπτικού της μειοψηφίας της Παγουτέλη. Έτσι στήριξε τη θέση για φασιστικό δίκτυο και είπε ότι αυτό υπάρχει μόνο χάρη στις πλάτες όλων των κοινοβουλευτικών κομμάτων, που υιοθετούν τον αντισημιτισμό στην πολιτική τους και που έκρυψαν τη δίκη χάρη στον έλεγχό τους πάνω στα ΜΜΕ.
Στο τέλος η Ρένα Κούτελου διαμαρτυρήθηκε για το ότι στη δίκη κατά του Κ. Πλεύρη οι σημερινοί κατηγορούμενοι, και τότε μάρτυρες κατηγορίας εξετάζονταν εξονυχιστικά από δικαστές, εισαγγελείς, συνήγορους υπεράσπισης του Πλεύρη και από τον ίδιο τον Πλεύρη σαν να ήταν κατηγορούμενοι, ενώ τώρα που βρέθηκαν οι ίδιοι επίσημα στη θέση του κατηγορούμενου δεν τους επιτρέπεται ούτε να εξετάσουν μάρτυρες ούτε καν να ολοκληρώσουν τις απολογίες τους για να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους.
Στην ερώτηση του εισαγγελέα για το αν είναι ή όχι συντάκτης των κειμένων απάντησε και αυτή ότι συντάκτης είναι η Αντιναζιστική Πρωτοβουλία που λειτουργεί συλλογικά και δήλωσε ότι αποδέχεται και υποστηρίζει εξ ολοκλήρου τα κείμενα αυτά.
Τελευταίος απολογήθηκε ο Λάμπης Κατσιάπης ο οποίος τόνισε τη μεροληπτική στάση των τριών δικαστών στη δίκη κατά του Κ. Πλεύρη και τη σύμπλευση μαζί του σε αρκετές περιπτώσεις. Ο πρόεδρος του είπε ότι μπορεί να αναφέρει μόνο ένα σημείο αντισημιτικής τοποθέτησης δικαστών που θεωρεί το πιο σημαντικό και να τελειώνει. Ο Λ. Κατσιάπης υποστήριξε επίσης τις ανακοινώσεις απέναντι στις ερωτήσεις του εισαγγελέα.
Ο εισαγγελέας στην αγόρευση του συμπέρανε ότι σύμφωνα με τις απαντήσεις των κατηγορουμένων στην ερώτησή του αν έχουν συντάξει τα κείμενα αυτοί ήταν οι συντάκτες των κειμένων και είπε ότι πρέπει να καταδικαστούν γιατί διέδωσαν ψευδώς ότι υπάρχουν αντισημίτες δικαστές που μάλιστα συγκροτούν δίκτυα μέσα στο δικαστικό σώμα. Τόνισε ότι τέτοιες ψευδείς ειδήσεις ανησυχούν τους πολίτες και εμποδίζουν τους δικαστές να επιτελέσουν το έργο τους και γι αυτό δεν μπορεί ο καθένας να κατακρίνει έτσι τους ανοχύρωτους δικαστές, ότι αυτό το μπορούν μόνο οι ίδιες οι δικαστικές αρχές και γι αυτό οι κατηγορούμενοι πρέπει να καταδικαστούν σύμφωνα με το κατηγορητήριο.
Στη συνέχεια το λόγο πήραν οι συνήγοροι υπεράσπισης που στις αγορεύσεις τους υποστήριξαν εύστοχα και με πλούσια νομολογία το δικαίωμα της κριτικής στις δικαστικές αποφάσεις, αλλά καταφέρθηκαν ενάντια στον διαδεδομένο στη χώρα μας αντισημιτισμό και αναφέρθηκαν - στο ελάχιστο που τους επετράπη από το δικαστήριο - στον αντισημιτικό χαρακτήρα των τοποθετήσεων των συγκεκριμένων δικαστών. Υπεράσπισαν επίσης και τη θέση των προκηρύξεων της Α.Π ότι με τα δεδομένα στοιχεία που υπήρξαν σε αυτή τη δίκη μπορεί κάποιος να φτάσει στο λογικό συμπέρασμα ότι λειτουργεί με την ευρεία του όρου έννοια ένα φασιστικό δίκτυο στο δικαστικό σύστημα.
Το δικαστήριο διέκοψε και επέστρεψε στις δύο το μεσημέρι οπότε και ανακοίνωσε την ομόφωνη απόφαση του για την αθωότητα των κατηγορουμένων. Στο άκουσμά της το ακροατήριο ξέσπασε σε χειροκρότημα.
Κανένα σκεπτικό για τη συγκεκριμένη αθώωση δεν απαγγέλθηκε στην έδρα. Θα το μάθουμε οπωσδήποτε σε λίγο καιρό όταν καθαρογραφεί η απόφαση. Ωστόσο είναι σαφές ότι αφού σε αυτή τη δίκη δεν ήταν καν αντικείμενο συζήτησης οι αντισημιτικές τοποθετήσεις των δικαστών είναι απίθανο να περιλαμβάνεται μία τέτοια κρίση στο αθωωτικό σκεπτικό, οπότε αυτοί θα παραμένουν στο απυρόβλητο.

Η ΑΘΩΩΣΗ ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΕΦΑΛΤΗΡΙΟ ΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΤΑΧΤΗ ΣΤΑ ΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΔΗΜΟΚΡΑΤΩΝ

Θεωρούμε ότι όσο οι 3 δικαστικοί που κατήγγειλε η Α.Π μένουν στη θέση τους και δικάζουν, όσο παραμένει σε ισχύ η αντισημιτική υπέρ του ναζιστή Πλεύρη αθωωτική απόφαση του Άρειου Πάγου, απόφαση αίσχους όχι μόνο για τη δικαιοσύνη αλλά για όλη τη χώρα*, και όσο την απόφαση αυτή θα την εγκρίνουν με τη σιωπή τους όλα τα κοινοβουλευτικά κόμματα και ρεύματα, δηλαδή όσο αυτή δεν θα ακυρώνεται με μια απόφαση του ελληνικού κοινοβουλίου, η αθωωτική απόφαση για τους 3 της Αντιναζιστικής θα είναι μόνο στάχτη στα μάτια των δημοκρατών.
Έχουμε κάθε λόγο να πιστεύουμε ότι το πολιτικό καθεστώς ήθελε να ρίξει μια τέτοια στάχτη από τον τρόπο που οι δικαστές, ιδιαίτερα ο πρόεδρος της συγκεριμένης δίκης αφαίρεσαν από τους κατηγορούμενους και τους υπερασπιστές τους το δικαίωμα τους να επιχειρηματολογήσουν υπέρ της αθωότητάς τους. Τι σημαίνει να επιχειρηματολογήσουν; Σημαίνει να αποδείξουν ότι είναι αληθινές και όχι ψευδείς οι καταγγελίες τους ότι συγκεκριμένοι δικαστές έχουν αντισημιτικές ή και φιλοναζιστικές θέσεις πράγμα που δεν τους επιτρέπει να είναι δικαστές όχι σε σύγχρονα δημοκρατικά αλλά ούτε σε δουλοκτητικά δικαστήρια.
Η διαδικασία αυτή αντικειμενικά εξυπηρετούσε ένα διπλό στόχο: να αθωώσει τους αντιναζιστές χωρίς να εκθέσει καθόλου στο κοινό και μέσα στο δικαστικό σώμα τους συγκεκριμένους δικαστές και τις αντισημιτικές ή φιλοναζιστικές θέσεις τους. Δηλαδή: Αθώοι οι κατηγορούμενοι αλλά αθώοι και οι καταγγελλόμενοι από αυτούς δικαστές, ή αλλιώς ελεύθεροι οι κατηγορούμενοι να λένε ότι θέλουν κατά των δικαστών στη βάση της ελευθερίας του λόγου και ελεύθεροι οι δικαστές με τις ρατσιστικές ιδέες να δικάζουν και να καταδικάζουν πολίτες στη βάση αυτών των ιδεών. Ακόμα ελεύθερος και ο Άρειος Πάγος να τους παρέχει όλη την αναγκαία νομολογία για αυτό το σκοπό, ελεύθερο το πολιτικό σύστημα να προστατεύει αυτό το τρομερό έγκλημα που είναι η διαρκής συσσώρευση αντισημιτισμού και ρατσισμού μέσα στο κράτος και μέσα στην κοινωνία, δηλαδή ελεύθερος ο διανοητικός και τελικά ο οργανωτικός χρυσαυγιτισμός.
Αν το δικαστήριο καταδίκαζε τους 3 τότε θα ξεσήκωνε πολύ περισσότερο θόρυβο από όσον θα καταλάγιαζε, και στο εσωτερικό όπου οι δημοκράτες αρχίζουν να ανησυχούν από την άνοδο των ναζιστών της Χ. Αυγής και στο εξωτερικό όπου ο πρώτος στόχος του ναζισμού, οι εβραικές οργανώσεις, είχαν αρχίσει να μαθαίνουν και να κινητοποιούνται έντονα και σε διεθνές επίπεδο ενάντια στην αθώωση του ναζιστή. Αν αυτή η κινητοποίηση συνεχιζόταν το καθεστώς θα είχε άμεσο πρόβλημα στο διπλωματικό επίπεδο όπου ο Παπανδρέου προσπαθεί να παίξει το φίλο του Ισραήλ και όλης της Δύσης για να σπάσει την διεθνή απομόνωση του νεοναζιστικού Ιράν. Αυτό το παιχνίδι δυσκολεύεται από την εμφάνιση μιας αντισημιτικής Ελλάδας, δηλαδή από τον τονισμό της αντισημιτικής απόφασης του Άρειου Πάγου υπέρ του Πλεύρη που εκδόθηκε επί κυβέρνησης Παπανδρέου. Αν έβγαινε πάλι επί Παπανδρέου καταδικαστική απόφαση κατά των 3 αντιναζιστών αυτή θα τόνιζε πολλαπλάσια την αθώωση του ναζιστή και την ύπαρξη αντισημιτών και φιλοναζιστών μέσα στο δικαστικό σώμα. Τώρα η αθώωση των 3 αντιναζιστών φαίνεται να απαλύνει την αθώωση του ναζιστή εξισορροπώντας την. Γιατί φαίνεται σαν να λέει προς τα μέσα και προς τα έξω: Εμείς εδώ έχουμε ελευθερία του λόγου και για τους αντιφασίστες και για τους φασίστες. Η διαφορά είναι ότι ο Πλεύρης δεν αθωώθηκε από τα δικαστήρια λόγω ελευθερίας του λόγου αλλά γιατί το δικαστήριο έδειξε έντεχνη συμφωνία με τους τερατώδεις ναζιστικές του θέσεις πράγμα που ελάχιστοι ξέρουν. Αντίθετα το δικαστήριο αθώωσε τους 3 αντιναζιστές χωρίς να δείξει καμιά συμπάθεια στις θέσεις τους. Αυτό φαίνεται από τη διαφορά στη μεταχείριση των δύο ειδών κατηγορουμένων. Στον «δικό τους» ναζιστή παραχωρήθηκε δίκη τριών ημερών και θέση κατηγόρου από την αρχή ως το τέλος πρωτόδικα και δευτερόδικα. Στους «ταραξίες» αντιναζιστές επιφυλάχθηκε δίκη δύο ωρών και μεταχείριση του τύπου: « μπορούμε να σας αθωώσουμε αλλά όχι και να μιλήσετε και από πάνω για το δίκιο σας, δηλαδή εναντίον μας». Στην πραγματικότητα η δίκη των 3 είχε βαρύτερο πολιτικά και νομικά επίδικο αντικείμενο. Η δίκη του Πλεύρη αφορούσε ένα ρατσιστικό βιβλίο ενώ η δίκη της Αντιναζιστικής τρεις δικαστές με ρατσιστικές θέσεις και έναν Άρειο Πάγο που επικρότησε αυτές τις θέσεις.
Αυτή δεν είναι μια στάση ειδικά ενάντια στους τρεις. Η ίδια στάση επικράτησε και στα δικαστήρια και στο πολιτικό επίπεδο απέναντι στην πολύ σημαντική και τολμηρή πολιτική αποκάλυψη του Ψαρά για την αντισημίτρια και μάλιστα φιλοναζίστρια εφέτη δικαστή Παγουτέλη και τους διαδικτυακούς φίλους της. Ενώ αυτή η αποκάλυψη –που τόσο δενόταν με τη δίκη της Αντιναζιστικής- πέρασε σαν δημοσιογραφική επιτυχία στην Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία και έκανε μέσα σε λίγες ώρες βαθιά εντύπωση στο λαό. Έτσι θα ήταν μια πρώτης γραμμής τηλεοπτική είδηση ακόμα και με τα κριτήρια της εμπορικής θεαματικότητας. Όμως πνίγηκε ελεεινά και στο δικαστήριο και τις επόμενες μέρες από τον υπόλοιπο τύπο και όλα τα κανάλια και έμεινε μόνο στο ανέλεγκτο ακόμα από το διακομματικό καθεστώς, ίντερνετ. Δεν ξέρουμε αν το καθεστώς της διακομματικής λογοκρισίας θα μπορέσει να κρατήσει το μεγάλο αυτό σκάνδαλο τόσο χαμηλά ως το τέλος, πράγμα που δεν είναι και τόσο εύκολο. Εκείνο που ξέρουμε είναι ότι το επιχειρεί. Με τον ίδιο τρόπο επιχειρεί να πνίξει γενικά την ύπαρξη του φιλοναζισμού μέσα στο δικαστικό σώμα και παντού αλλού.
Το αληθινό πρόβλημα των φασιστών είναι ότι όσο προχωράει τις θέσεις τους μέσα στο κράτος και στην πολιτική εξουσία γενικότερα τόσο δυσκολότερα τις κρύβουν, οπότε τόσο πιο πολύ ενημερώνεται γι αυτές ο λαός και τόσο πιο πολύ αντιστέκεται σε αυτές. Γι αυτό το λόγο κάθε ελιγμός του φασισμού να τις κρύψει γίνεται και πιο οδυνηρός και περιέχει πιο πολλούς κινδύνους.
Αυτό συμβαίνει και με την αθώωση της Αντιναζιστικής. Αυτή μπορεί να έχει για τους φασίστες και τις πολιτικές δυνάμεις που τους καλύπτουν τα κάθε είδους πλεονεκτήματα που μόλις αναφέραμε, αλλά αυτά είναι προσωρινά. Όλοι αυτοί με την αθώωση της Α.Π έκλεισαν προσωρινά την μεγάλη τρύπα της εφετειακής και αρειοπαγίτικης αθώωσης του ναζισμού και της ύπαρξη ρατσιστών δικαστών αλλά άνοιξε μια καινούργια. Η αθώωση της Αντιναζιστικής δίνει κουράγιο σε πολλούς αντιφασίστες που είχαν αρχίσει να πιστεύουν ότι η πορεία προς τον εκφασισμό της χώρας είναι πολύ γοργή και πρακτικά ανεμπόδιστη. Και αυτό το κουράγιο δεν είναι προϊόν μιας αυταπάτης. Οι φασίστες και το πολιτικό σύστημα που τους προστατεύει υποχρεώθηκε να αθωώσει την Αντιναζιστική και υποχρεώθηκε και από τις εσωτερικές και - σε αυτή τη φάση περισσότερο- από τις εξωτερικές πιέσεις. Είναι σίγουρο ότι ο Πλεύρης και οι φίλοι του μέσα στο δικαστικό σώμα έφαγαν ένα πολύ σημαντικό χτύπημα και σε ηθικό κύρος και σε ορμή. Απλά οι πολιτικοί προστάτες αυτών των ανθρώπων υποχρεώθηκαν στον ελιγμό της αθώωσης της Α.Π γιατί η καταδίκη θα τους στοίχιζε περισσότερο. Αλλά τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει ότι είναι πια παρά πολλοί αυτοί που ανησυχούν για τον εκφασισμό της χώρας και παρακολουθούν στενά τις ανάλογες εξελίξεις και όλο και πιο πολλοί αυτοί που τώρα είναι διατεθειμένοι να αντισταθούν. Είναι χαρακτηριστικό ότι σε αυτήν την τρίτη μετά από δύο αναβολές δίκη της 6 Δεκέμβρη είχαμε την μαζικότερη παρουσία συμπαραστατών παρά την μικρότερη γνωστοποίησή της από τον τύπο. Αυτοί οι άνθρωποι βρίσκονται κοντά μας τώρα πιο πολύ από κάθε φορά. Το μόνο που έχουμε να κάνουμε είναι με τη βοήθεια τους να δυναμώσουμε τον αγώνα ενάντια στον εκφασισμό της δικαιοσύνης και όλης της χώρας. Η αθώωση της Α.Π θα είναι πρόβλημα μόνο αν δεν καταλάβουμε το νόημά της και εφησυχάσουμε σε σχέση με την προέλαση του φασισμού. Αν καταλάβουμε το νόημά της σαν τακτική οπισθοχώρηση των φασιστών και των προστατών τους, τότε θα μπορέσουμε εμείς να πάρουμε την πρωτοβουλία και να αντεπιτεθούμε και σε επίπεδο δικαστικό (καμπάνια για τη νομοθετική ακύρωση της αθώωσης του ναζισμού-απομάκρυνση των αντισημιτών και φιλοναζιστών δικαστών από το δικαστικό σώμα) και σε κεντρικό πολιτικό επίπεδο με μια μεγάλη εκστρατεία ενάντια στο παρακράτος των ναζιστών της Χρυσής Αυγής και κυρίως ενάντια στο πολιτικό σύστημα που τους προστατεύει.

*Αυτή η απόφαση είναι το μεγαλύτερο δικαστικό έγκλημα στην μεταπολεμική Ελλάδα και ίσως το μεγαλύτερο μεταπολεμικό δικαστικό έγκλημα σε όλο τον κόσμο. Το έγκλημα αυτό συμπυκνώνεται στη θέση του Εφετείου της Αθήνας, που την ενέκρινε και ο Άρειος Πάγος, ότι ο Πλεύρης είναι αθώος γιατί ανάμεσα στα άλλα δεν καλεί σε εξόντωση των εβραίων εκ μόνου του λόγου ότι ανήκουν σε μια συγκεκριμένη φυλή ή εθνότητα αλλά γιατί συνωμοτούν για την παγκόσμια κυριαρχία. Δηλαδή θεωρούν ως μη ρατσισμό την καρδιά του σύγχρονου, του χιτλερικού τύπου αντισημιτισμού, που είναι ακριβώς η θεωρία της παγκόσμιας εβραϊκής συνομωσίας. Αυτό σημαίνει ότι η εξόντωση των εβραίων όχι μόνο δεν αποτελεί ρατσιστικό έγκλημα αλλά μπορεί και να δικαιώνεται σε όσο βαθμό κάποιος πιστεύει ότι οι προς εξόντωση εβραίοι, άντρες, γυναίκες και παιδιά επιδιώκουν ή θα επιδιώξουν την παγκόσμια ηγεμονία κινούμενοι ουσιαστικά από την φύση της θρησκείας τους.

Αθήνα 8-12-2010